Οι δικηγόροι, όπως και άλλες επαγγελματικές ομάδες, συνηθίζουν, αλλά και υποχρεούνται, να είναι ντυμένοι με γραβάτα και κοστούμι στα δικαστήρια. Αλλάζουν πουκάμισο κάθε μέρα και εμφανίζονται γενικά – κάτι που τελευταία πάει να αλλάξει προς το χειρότερο – ευπρεπείς στις επαφές τους με τη Δικαιοσύνη.
Δυστυχώς, όπως οι δικηγόροι αλλάζουν πουκάμισα, οι εκάστοτε κυβερνήσεις, μηδέ της παρούσης εξαιρουμένης, αλλάζουν νόμους για διάφορα θέματα, πολλά από τα οποία είναι σημαντικά και σοβαρότατα. Από τις συνεχείς αλλαγές των νόμων – παθογένεια από τις πολύ σοβαρές της λειτουργίας του κράτους και της δημοκρατίας μας – δεν εξαιρούνται ούτε οι κώδικες, νομοθετήματα βασικά και σπουδαία που καθορίζουν τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, την ποινική αντιμετώπιση των πολιτών και πολλά άλλα θέματα.
Η πρακτική ακόμα και οι κώδικες να αλλάζουν κάθε λίγο και λιγάκι, με συνέπειες καταστροφικές για την κοινωνική συνοχή και το κράτος δικαίου, έχει δοκιμαστεί σκληρά με τους ποινικούς κώδικες.
Από το 2019, όταν οι ποινικοί κώδικες άλλαξαν προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις, ως σήμερα, που άλλαξαν και πάλι, εκτός από τις επιμέρους τροποποιήσεις τους, οπότε ακόμα και δικαστές πλέον είναι δύσκολο να παρακολουθήσουν τι ίσχυε και τι ισχύει.
Οι ποινικοί κώδικες που θεσμοθετήθηκαν ουσιαστικά το 1950 και υπέστησαν σειρά κακοποιήσεων μετά το 1980, με αλλεπάλληλες αλλαγές που κατακερμάτισαν και διέλυσαν τη λογική τους, άλλαξαν το 2019 και μέσα σε λίγα χρόνια πάλι και πάλι.
Το ίδιο συνέβη – και συμβαίνει – και με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, νομοθέτημα βαρύ, που καθορίζει τη λειτουργία της αστικής και πολιτικής δικαιοσύνης και προβλέπει πώς οι πολίτες αξιώνουν τα δικαιώματά τους, για σωρεία κρίσιμων για αυτούς αιτημάτων, όπως τα εργασιακά, οι συμβάσεις, οι επιχειρηματικές δραστηριότητες και λοιπά. Και ο Κώδικας αυτός άλλαξε στις αρχές του 2010 και τώρα αλλάζει για δεύτερη φορά.
Τι σηματοδοτούν όλα αυτά; Πολλά και μόνον αρνητικά. Τη λογική όλων των κυβερνήσεων, και της παρούσης, για νομοθετήσεις στο πόδι ή στη λογική της συγκυρίας ή, ακόμα χειρότερα, στη λογική της αντιμετώπισης κοινωνικών αντιδράσεων. Γίνεται κάτι που συγκλονίζει την κοινή γνώμη ή δημιουργεί αντιδράσεις;
Aμέσως εξαγγέλλεται νομοθετική αλλαγή. Λες και οι νόμοι είναι για να μετέχει κάποιος στο πολιτικό παιχνίδι, πρακτική που αποκαλείται – και σωστά – νομικός λαϊκισμός.
Επιπλέον η συχνή, χωρίς μελέτη και πρόγραμμα, νομοθέτηση αποτελεί δείγμα πολιτικής και θεσμικής ανωριμότητας, συμβάλλει στην πολυνομία και στην κακονομία και τελικά στην ανομία, πληγή για το κράτος δικαίου, τους πολίτες που είναι νόμιμοι και για τη δημοκρατία μας που οφείλει κάποτε να ωριμάσει. Η κυβέρνηση έξι χρόνια μετά οφείλει να κάνει κάτι. Θα προσφέρει έργο σημαντικό για όλους μας.